Wt/grc/Δανιήλ

From Wikimedia Incubator
< Wt‎ | grc
Wt > grc > Δανιήλ

Ἀρχαία ἑλληνικὴ[edit source]

Ουσιαστικόν[edit | edit source]

Δανιήλ αρσενικόν

  1. (θρησκεία) εικοστό ἕβδομο βιβλίο τῆς Βίβλου, αποτελούμενο απόν δώδεκα κεφάλαια.

Μεταφράσεις[edit | edit source]